08 Απριλίου 2007

Valediction

This is the way the world ends:
Not with a bang but with a whimper.

T.S. Eliot, "The Hollow Men" (1924-25)

07 Απριλίου 2007

Στιγμή αδυναμίας

Λες να την περιμένω φέτος την Ανάσταση;

Words to remember

I said to my soul, be still, and wait without hope
For hope would be hope for the wrong thing: wait withour love
For love would be love of the wrong thing: there is yet faith
But the faith and the love and the hope are all in the waiting.
Wait without thought, for you are not ready for thought:
So the darkness shall be the light, and the stillness the dancing
.


T.S. Eliot, "East Coker"

04 Απριλίου 2007

Το ημερολόγιο μιας έλλειψης

Σάββατο

Προπάντων ηρεμία. Οι ώρες κυλούν αργά, αδιάφορα. Ποιος νοιάζεται τώρα για το χρόνο;

Κυριακή

Αυτές οι αργίες και οι γιορτές… Προσχήματα για να μιλήσεις. Δεν θέλω να μιλήσω. Θα κλείσω τα τηλέφωνα σήμερα, θα σύρω τις κουρτίνες, να μη μπαίνει φως – έτσι κι αλλιώς, η μέρα φέρνει ένα φως χλωμό, αρρωστημένο. Κλείνω τα μάτια μου, αλλά δεν μπορώ να το απομονώσω.

Δευτέρα

Σήμερα θα είμαι χαρούμενη. Έκανα πρόβες όλο το πρωί, στημένη απέναντι στον καθρέφτη. Μετά από πολλές απόπειρες, βρήκα το ιδανικό μου προσωπείο.

Τρίτη

Δειλά έρχεται το πρωινό. Σχεδόν διστακτικά. Σαν να μη θέλει να το διώξει το σκοτάδι.

Τετάρτη

Α, πάνε τόσες μέρες τώρα. Παίζω με τις ελλείψεις. Και χάνω, μια μετά την άλλη, τις παρτίδες.

Πέμπτη

Ένα παιδί με κοίταξε σήμερα στο δρόμο. «Γιατί είστε τόσο λυπημένη;» Ύστερα, έφυγε γρήγορα με το ποδήλατό του, χωρίς να περιμένει την απάντηση.

Παρασκευή

Τελειώνει η εβδομάδα. Από αύριο αρχίζει μια καινούρια: έτσι τις μετράω πια τις εβδομάδες – απ’ το τέλος τους.

Σκόρπιοι στίχοι

Από τη συλλογή Estravagario του Pablo Neruda

Όμως επειδή ζητάω σιωπή,
μη νομίσετε πως θα πεθάνω:
μου συμβαίνει εντελώς το αντίθετο:
συμβαίνει πως πρόκειται να βιωθώ.

Συμβαίνει πως είμαι και ότι συνεχίζω.

Και επειδή έζησα τόσο,
θέλω να ζήσω άλλο τόσο.

Αφήστε με μόνο μου με την ημέρα.
Ζητάω την άδεια να γεννηθώ.

Ας μη συγχέουν αυτό που θέλω
με την οριστική αδράνεια:
ζωή είναι μονάχα αυτό που γίνεται,
δεν έχω τίποτα να κάνω με το θάνατο.

Τώρα αντιλαμβάνομαι ότι δεν υπήρξα
μόνο ένας άνθρωπος αλλά πολλοί,
κι ότι πέθανα τόσες φορές
δίχως να μάθω πώς ξανάζησα·
σαν ν' άλλαζα φορεσιά
βάλθηκα να ζήσω άλλη ζωή,
και, νάμαι πάλι εδώ χωρίς να ξέρω

Επιστρέφω και δεν ξαναφεύγω,
ποτέ πια δε θέλω να γελαστώ,
είναι επικίνδυνο να περπατάς
προς τα πίσω γιατί ξάφνου
το παρελθόν γίνεται φυλακή.

Δεν υπάρχει χώρος πιο πλατύς από τον πόνο.

Σήμερα πιστεύεις όλα όσα σου ιστορώ.
Αύριο θ' αρνηθείς το φως.

Αυτό που θέλω εγώ είναι να σ' αγαπούν
και να μη γνωρίσεις το θάνατο.

Δώρο ασημένιο ποίημα

Ξέρω πως είναι τίποτε όλ' αυτά και πως η γλώσσα που
μιλώ δεν έχει αλφάβητο

Αφού και ο ήλιος και τα κύματα είναι μια γραφή συλλαβι-
κή που την αποκρυπτογραφείς μονάχα τους καιρούς της
λύπης και της εξορίας

Κι η πατρίδα μια τοιχογραφία μ' επιστρώσεις διαδοχι-
κές φράγκικες ή σλαβικές που αν τύχει και βαλθείς για
να την αποκαταστήσεις πας αμέσως φυλακή και δίνεις λό-
γο

Σ' ένα πλήθος Εξουσίες ξένες μέσω της δικής σου πάν-
τοτε

Όπως γίνεται για τις συμφορές

Όμως ας φανταστούμε σ' ένα παλαιών καιρών αλώνι
που μπορει να 'ναι και σε πολυκατοικία ότι παίζουνε
παιδιά και ότι αυτός που χάνει

Πρέπει σύμφωνα με τους κανονισμούς να πει στους άλ-
λους και να δώσει μιαν αλήθεια

Οπότε βρίσκονται στο τέλος όλοι να κρατούν στο χέρι
τους ένα μικρό

Δώρο ασημένιο ποίημα

Οδυσσέας Ελύτης




(για σήμερα)

02 Απριλίου 2007

Η παραίσθηση των ειδώλων (A fragment)

Ένας παλιός βενετσιάνικος καθρέφτης. Κινήθηκε μαγνητισμένη ανάμεσα σε βαριά σκαλισμένα έπιπλα, καναπέδες με φθαρμένα βελούδινα μαξιλάρια, στη σκόνη που αιχμαλώτιζε τα ίχνη από το πέρασμά της. Το πρόσωπό της, θαμπό, σκονισμένο, χαραγμένο από ένα βαθύ ράγισμα, που ξεκινούσε από το αριστερό βλέφαρο και κατέληγε στη βάση του λαιμού, αντιγύρισε το βλέμμα της με την αδιαφορία ενός ξένου.

-Αυτό.

Την πλησίασε, προσπαθώντας να κρύψει τη δυσφορία του.

-Είναι ραγισμένος. Ας πάρουμε μόνο την κορνίζα. Μπορούμε ν’ αντικαταστήσουμε το κρύσταλλο· οποιοδήποτε κρύσταλλο γίνεται καθρέφτης, αν βάψεις μία επιφάνειά του με ειδική μπογιά.

-Τότε θα είχαμε έναν ψεύτικο καθρέφτη.

-Τι θα πει πάλι αυτό;

Το βλέμμα της γλίστρησε από το ράγισμα στο πρόσωπό του.

-Έναν καθρέφτη που δεν θα απέδιδε πιστά τις μορφές.

Εκείνος μισούσε τους καθρέφτες. Έλεγε πως του θύμιζαν θάνατο.

Η σκόνη θα έπρεπε να πνίξει τα βήματά του. Η απόσταση ανάμεσά τους καθρεφτίστηκε στη ραγισμένη επιφάνεια, ύστερα η πλάτη του, μακρινοί ψίθυροι, το χολερικό πρόσωπο του παλαιοπώλη με το αλεπουδίσιο χαμόγελο – ένα μακρύ λευκό γάντι, τα ασημικά που έσπαζαν το φως σε χιλιάδες κομμάτια και το πετούσαν πίσω σαν θραύσματα γυαλιού, μακριά φορέματα να σέρνονται στο καλογυαλισμένο πάτωμα, στροβιλισμοί και κρυφά χαμόγελα, ένα βαλς αλλά όχι του Strauss, τα μάτια της Εσπεράντσα έλαμπαν μετά το χορό, το πρόσωπό της ξαναμμένο, μια ατίθαση μπούκλα παιχνίδιζε στο μέτωπό της, έστρωσε τα μαλλιά της με δάχτυλα νευρικά κι έφυγε χαμογελώντας στο είδωλό της.